Δηλαδή περίπου, αλλά έπρεπε ο τίτλος να τραβήξει την προσοχή. Όπως υποσχέθηκα στο καλωσόρισμα λοιπόν, σήμερα έχω εδώ ένα απόσπασμα από το βιβλίο του Ασίμωφ "Asimov on Chemistry", και συγκεκριμένα από το κεφάλαιο για την οργανική χημεία.
Λέει διάφορα ωραία μέσα, μεταξύ άλλων εξηγεί και τον λόγο που οι χημικές ενώσεις έχουν ονόματα-σιδηροδρόμους, όπως αιθυλενογλυκόλη, τρινιτροτολουόλιο, παραϋδροξυακετανιλίδιο, κλπ. Και ο λόγος είναι ότι η χημεία γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη στη Γερμανία τον 19ο αιώνα. Την εποχή, δηλαδή, που γίνονταν καινούριες ανακαλύψεις και διευρύνονταν οι γνώσεις του κλάδου, οι περισσότεροι άνθρωποι που τα κάναν αυτά είχαν για μητρική γλώσσα τα γερμανικά. Τα γερμανικά είναι από μόνα τους μια γλώσσα που για να πει κάποιος "ο οδηγός που οδηγεί το λεωφορείο τα σαββατοκύριακα" θα φτιάξει (αυτονόητα) τη λέξη "σαββατοκυριακολεωφορειοδηγός". Έτσι είναι η δομή της γλώσσας, και έτσι δομήθηκε και η γλώσσα της χημείας.
Ξέφυγα όμως από το κυρίως θέμα μου, που είναι το παρακάτω απόσπασμα:
Από το 1661, ο Ρόμπερτ Μπόιλ είχε βρει πως αν θέρμαινε ξύλο σε κενό αέρος, κάποιο ποσοστό των ατμών συμπυκνωνόταν σε ένα διαυγές υγρό. Σε αυτό το υγρό ανίχνευσε μια ουσία που έμοιαζε αρκετά με το αλκοόλ (οινόπνευμα), αλλά δεν ήταν και ίδια. Ονομάστηκε "ξυλόπνευμα" (wood alcohol στα αγγλικά). Ωστόσο, για να ακούγεται ένα όνομα αρκούντως επίσημο στην επιστήμη, αυτό που στ' αλήθεια χρειάζεται είναι Ελληνικά ή Λατινικά. Η ελληνική λέξη για το κρασί είναι μέθη, και η ελληνική λέξη για το ξύλο είναι ύλη. Για να έχεις "κρασί από ξύλο", κολλάς τις δυο λέξεις μαζί και παίρνεις το μεθύλιο. Ο πρώτος που το έκανε αυτό ήταν ο Σουηδός χημικός Μπερτσέλιους, γύρω στα 1835, και από τότε το ξυλόπνευμα είναι γνωστό στους χημικούς σαν μεθυλική αλκοόλη (ή μεθανόλη).
Και μπορεί ο Ασίμωφ να το αφήνει εκεί, αλλά εγώ θα γράψω και το επιπλέον συμπέρασμα που προκύπτει. Ότι οποιαδήποτε ένωση έχει σε κάποιο σημείο της μια παρόμοια δομή, παίρνει και το πρόθεμα "μεθυλο-", ή τέλος πάντων κάτι από τις συλλαβές αυτές. Και πρώτα πρώτα το μεθάνιο. I rest my case.